- δερμογραφία
- η και δερμογραφισμός, οδερματική αντίδραση σε μηχανικό ερέθισμα (πίεση, χάραξη κ.λπ.) που οφείλεται σε υπερευαισθησία τού φυτικού νευρικού συστήματος (το σχήμα το οποίο χαράσσεται εμφανίζει ανάλογο ανάγλυφο μέσα σε λίγα λεπτά).
Dictionary of Greek. 2013.